Ο άνθρωπος που περπατούσε στο νερό

Μια ιστορία των δερβίσηδων

Κάποιος δερβίσης που ακολουθούσε κατά γράμμα όσα είχε μάθει, σπουδαγμένος σε μια αυστηρή θρησκευτική σχολή, περπατούσε μια μέρα σε μια ακροποταμιά.

Ο νους του ήταν στραμμένος στα ηθικά και σχολαστικά θέματα σύμφωνα με τις διδασκαλίες της σχολής των Σούφι που ανήκε. Θεωρούσε τη λατρεία και την ηθική της θρησκείας ίση και όμοια με την αναζήτηση της υπέρτατης αλήθειας.

Άξαφνα μια δυνατή φωνή διέκοψε τους συλλογισμούς του. Κάποιος επαναλάμβανε το κάλεσμα των δερβίσηδων.

"Ποιο το όφελος;" είπε με το νου του. "Ο άνθρωπος αυτός δεν προφέρει σωστά τις συλλαβές. Αντί να πει για χου λέει ου για χου ".

Ύστερα κατάλαβε πως είχε υποχρέωση σαν καλύτερος και προσεκτικότερος που ήταν, να διορθώσει αυτό το δυστυχισμένο που μπορεί να μην του είχε δοθεί άλλη ευκαιρία να μάθει και γι' αυτό έκανε ό,τι μπορούσε για να συνταιριάξει τους ήχους με τις γνώσεις του.

Νοίκιασε λοιπόν μια βάρκα κι έφτασε ως το νησάκι στη μέση του ποταμού, απ' όπου φαινόταν να έρχεται η φωνή.

Βρήκε έναν άνθρωπο καθισμένο σε μια καλαμένια καλύβα, ντυμένο με τα ρούχα του δερβίση, ν' ακολουθεί ρυθμικά με το σώμα τη μελωδία της αρχικής φράσης που επαναλάμβανε.

"Φίλε μου", είπε ο πρώτος δερβίσης, "προφέρεις λάθος τη φράση. Είναι καθήκον μου να σου το πω γιατί ανταμείβεται τόσο εκείνος που δίνει όσο κι εκείνος που δέχεται συμβουλές. Αυτός είναι ο τρόπος που το προφέρεις". Κι έπιασε και του εξήγησε.

"Σ' ευχαριστώ", αποκρίθηκε ταπεινά ο άλλος δερβίσης.

Ο πρώτος δερβίσης μπήκε ξανά στη βάρκα του όλο ικανοποίηση που είχε κάνει μια καλή πράξη. Λεγόταν άλλωστε ότι εκείνος που μπορούσε να επαναλάβει την ιερή φράση σωστά, μπορούσε να περπατήσει ακόμα και πάνω στα κύματα, κάτι που δεν είχε ποτέ του δει, μα πάντα ήλπιζε να κατορθώσει.

Δεν ακουγόταν τώρα τίποτα από την καλαμένια καλύβα, μα ήταν βέβαιος πως το μάθημα είχε πιάσει τόπο. Τότε άκουσε ένα φάλτσο γιου χα, καθώς ο δεύτερος δερβίσης ξανάλεγε τη φράση με τον παλιό του τρόπο.

Κι ενώ ο πρώτος δερβίσης συλλογιζόταν πώς διαστρεβλώνουν οι άνθρωποι τα πράγματα και πώς επιμένουν στο λάθος τους, αντίκρισε ξαφνικά ένα παράξενο θέαμα. Ο άλλος δερβίσης ερχόταν από το νησάκι προς το μέρος του περπατώντας πάνω στο νερό...

Ξαφνιασμένος, άφησε από τα χέρια του τα κουπιά. Ο δεύτερος δερβίσης πλησίασε και είπε:

"Αδερφέ, συγχώρα με που σε ανησυχώ, μα βγήκα να σε ρωτήσω πάλι τον τρόπο να προφέρω τη φράση γιατί δυσκολεύομαι να τη θυμηθώ".


Την ιστορία αυτή τη βρήκα στο βιβλίο:
"Ιστορίες των δερβισάδων"  από τις εκδόσεις Καστανιώτη, 1985.

1 σχόλια:

drosostalitsa είπε...

Συγχαρητήρια για το νέο blog! Πολύ όμορφες ιστορίες...

Καλό Σαβ/κο

Δημοσίευση σχολίου